Αποφρακτική Υπνική άπνοια

Στα υγιή άτομα, ο μυϊκός τόνος τωνδιαστολέων μυών του φάρυγγα,εξασφαλίζει την βατότητα τουστοματοφάρυγγα και του υποφάρυγγα.Οι φυσιολογικές αντιδράσεις των μυώναυτών στην διάρκεια του ύπνου είναιμειωμένες. Το στάδιοREM του ύπνουσυνδέεται ιδιαίτερα με την απώλεια τουτόνου πολλών εισπνευστικών μυών(εκτός του διαφράγματος).
λέγεται ένα είδος διαταραχής του ύπνου που χαρακτηρίζεται από διακοπές της αναπνοής κατά την διάρκεια του ύπνου.
Η στένωση της αεροφόρου οδού που δημιουργείται από τη μυϊκή χάλαση αυτών των μυών, αποτελεί και το συνηθισμένο στοιχείο του προβλήματος. Σπανιότερα αίτια απόφραξης αποτελούν μορφολογικές ανωμαλίες όπως, ο μικρογναθισμός, ο οπισθογναθισμός, η μακρογλωσσία, η ρινική απόφραξη και η υπερβολική διόγκωση των παρίσθμιων αμυγδαλών ή της φαρυγγικής αμυγδαλής. Το αλκοόλ αυξάνοντας σημαντικά τη χάλαση των ανώτερων αναπνευστικών μυών προδιαθέτει τους πάσχοντες στην άπνοια,. Η άπνοια θα πρέπει να διαφοροδιαγνωσθεί από τη ναρκοληψία. Παράγοντες κινδύνου είναι η παχυσαρκία, η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, ο υποθυρεοειδισμός, τα ανδρογόνα και η μετεμμηνοπαυσιακή κατάσταση. Η κεντρική άπνοια είναι δυνατόν να σχετίζεται με βαρειά μυασθένεια, με μυϊκή δυστροφία, με διάφορες βλάβες του εγκεφαλικού στελέχους και με τον κεντρικό κυψελιδικό υποαερισμό "Ondine's curse". Η αμιγής κεντρική άπνοια είναι σπάνια.
Οι διαταραχές αερισμού κατά τη διάρκεια του ύπνου εκδηλώνονται με: Άπνοια όταν έχουμε διακοπή της αναπνοής τουλάχιστον για 10 δευτερόλεπτα ή Υπόπνοια όταν υπάρχει μείωση της ροής του αέρα με μείωση του κορεσμού της οξυαιμοσφαιρίνης τουλάχιστον κατά 4% ή μείωση του φυσιολογικώς εισπνεόμενου αέρα κατά 50% ή περισσότερο.
Η άπνοια διακρίνεται σε:
- Kεντρική: όταν δεν υπάρχει αναπνευστική προσπάθεια όσο διαρκεί το απνοϊκό επεισόδιο. Η κεντρική άπνοια κατά τον ύπνο είναι σπάνια. Μπορεί να εμφανιστεί σε ασθενείς με πρωτοπαθή κυψελιδικό υποαερισμό ή σε ασθενείς με βλάβες του εγκεφαλικού στελέχους οφείλεται σε ανωμαλία του αυτόνομου ελέγχου της αναπνοής στον προμήκη ή στους περιφερικούς χημειουποδοχείς,
- Aποφρακτική: όταν η αναπνευστική προσπάθεια διατηρείται καθ’ όλη τη διάρκεια του απνοϊκού επεισοδίου, όμως δεν επιτυγχάνεται η ροή αέρα λόγω της παροδικής απόφραξης των ανώτερων αεραγωγών. Ο κορεσμός του οξυγόνου μειώνεται μετά την διακοπή της ροής του αέρα και το έργο της αναπνοής αυξάνει, συνδεόμενο με αφυπνίσεις, οι οποίες τερματίζουν τα απνοϊκά επεισόδια
- Mικτή: Αν η απουσία αναπνευστικής προσπάθειας προηγείται της απόφραξης του ανώτερου αεραγωγού κατά το απνοϊκό επεισόδιο4. Αρχίζει ως κεντρική και ταχέως μεταπίπτει σε αποφρακτική. Η μικτή άπνοια έχει περισσότερα κοινά με την αποφρακτική παρά με την κεντρική άπνοια.
Οι αποφρακτικές και μικτές άπνοιες κατά τον ύπνο είναι οι πιο συνηθισμένες και μπορεί να συνδυάζονται με απειλητικές για τη ζωή καρδιακές αρρυθμίες ή με βαριά υποξαιμία κατά τον ύπνο. Η νυκτερινή υποξαιμία έχει ως συνέπεια κατά την ημέρα, την συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, την πνευμονική υπέρταση, την πνευμονική καρδιά και την δευτεροπαθή ερυθροκυττάρωση.
Ο δείκτης άπνοιας (Apnoea index - ΑΙ) είναι ο αριθμός των απνοιών σε μία ώρα ύπνου.
Η αποφρακτική άπνοια συχνά συνδέεται με έντονο ροχαλητό. Στα παιδιά συναντάται συνηθέστερα στην ηλικία των 5 ετών, όπου και παρατηρείται η μεγαλύτερη υπερτροφία του λεμφικού ιστού. Η αποφρακτική άπνοια κατά τον ύπνο είναι η δεύτερη κατά σειρά συχνότητας διαταραχή του ύπνου. Πρώτη είναι η αϋπνία. Υπολογίζεται, ότι 1% - 2% του πληθυσμού πάσχει από αποφρακτική άπνοια κατά τον ύπνο. Έχει βρεθεί, ότι 4% των ανδρών και 2% των γυναικών μέσης ηλικίας έχουν απνοϊκό δείκτη > 5 και ο δείκτης αυτός αυξάνει περίπου 10 φορές στα ηλικιωμένα άτομα. Το σύνδρομο αποφρακτικής υπνικής άπνοιας αποτελεί μια σοβαρή πάθηση με μεγάλη νοσηρότητα και παρά το γεγονός ότι είναι συχνή, πολλοί ασθενείς παραμένουν αδιάγνωστοι ειδικά σε περιοχές με έλλειψη των διαγνωστικών μέσων.
Συμπτώματα
Οι πάσχοντες από άπνοια (πιο συχνά άνδρες) παραπονιούνται συνήθως για συχνά νυκτερινά ξυπνήματα με αίσθημα ασφυξίας, έντονη υπνηλία στη διάρκεια της ημέρας, εξασθένηση της μνήμης της κριτικής ικανότητας και κόπωση, η οποία σχετίζεται με την οδήγηση ή με δραστηριότητες οι οποίες απαιτούν προσοχή. Υπάρχουν επίσης περιπτώσεις σχετικής υπερέντασης Οι περισσότεροι από τους πάσχοντες πριν από την εγκατάσταση της άπνοιας έχουν ένα μακρύ ιστορικό ροχαλητού, το οποίο μπορεί να προκαλεί προβλήματα στις οικογενειακές σχέσεις δεν αναπτύσσουν όμως άπνοια όλοι όσοι ροχαλίζουν. Η υποξία και η κατακράτηση διοξειδίου του άνθρακα, που παρατηρούνται κατά την άπνοια, μπορούν ενδεχόμενα να οδηγήσουν σε πολυκυτταραιμία, πνευμονική υπέρταση, ανεπάρκεια της δεξιάς καρδιάς και καρδιακές αρρυθμίες. Νέα έρευνα αποκάλυψε ότι η υπνική άπνοια μπορεί να μειώσει την ικανότητα ρύθμισης της αρτηριακής πίεσης. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η άπνοια επηρεάζει αρνητικά τη λειτουργία των τασεοϋποδοχέων ενός ανθρώπου-βιολογικών αισθητήρων που ρυθμίζουν την αρτηριακή πίεση. Ανακάλυψε επίσης βλαβερές τάσεις ροής αίματος στα πόδια, που με τον καιρό θα μπορούσαν να επηρεάσουν την υγεία των αγγείων (Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό American Journal of Physiology).
Άλλα συμπτώματα και καταστάσεις που σχετίζονται με αποφρακτική άπνοια είναι:
• Παχυσαρκία (Αύξηση του σωματικού βάρους κατά 120% του ιδεώδους, αύξηση του μεγέθους του λαιμού 5 εκ)
• Στένωση του ρινοφαρυγγικού ισθμού και καταστάσεις συνδεόμενες με στένωση της ανώτερης αναπνευστικής οδού.
• Υπέρταση.
• Πρωινοί πονοκέφαλοι.
• Σεξουαλική δυσλειτουργία.
• Ανήσυχος ύπνος.
• Άφθονη εφίδρωση.
• Πρόσφατη αύξηση σωματικού βάρους.
• Επιδείνωση ροχαλητού.
• Γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση.
Η διάγνωση της άπνοιας επιβεβαιώνεται με την ολονύκτια παρακολούθηση της αναπνοής με πολυυπνογραφική μελέτη. Καταγράφονται η συχνότητα των απνοϊκών επεισοδίων ανά ώρα (δείκτης άπνοιας), οι άπνοιες και υπόπνοιες ανά ώρα (δείκτης άπνοιας-υπόπνοιας) και τα ξυπνήματα ανά ώρα (δείκτης αφύπνισης). Επιπλέον, θα πρέπει να μετριούνται η συχνότητα και η βαρύτητα των συνοδών καρδιακών αρρυθμιών, ο βαθμός υπερκαπνίας και ο βαθμός ελάττωσης του κορεσμού οξυγόνου.
Οι ενδείξεις για διερεύνηση περιλαμβάνουν :
• Ιστορικό νυκτερινής διακοπής της αναπνοής ανήσυχου ύπνου και δυνατού ροχαλητού, όπως περιγράφεται από το σύντροφο του ασθενούς
• Υπνηλία κατά την ημέρα,
• Ανεξήγητη ερυθροκυττάρωση,
• Πνευμονική υπέρταση ή πνευμονική καρδιά
• Νυκτερινές καρδιακές αρρυθμίες (ιδιαίτερα βραδυκαρδία) που παρατηρούνται στην καταγραφή Holter.
• Αναπνευστική δυσχέρεια.
Οι πάσχοντες από αποφρακτική άπνοια σπάνια αναφέρουν αναπνευστική δυσχέρεια, όποιος όμως βρίσκεται κοντά στον κοιμισμένο πάσχοντα αντιλαμβάνεται μια σαφώς θορυβώδη αναπνοή, αυξημένη κινητικότητα στη διάρκεια του ύπνου, άπνοια Η άπνοια οδηγεί σε προοδευτική ασφυξία, με συνέπεια τη σύντομη αφύπνιση του πάσχοντα, κατά την οποία αποκαθίσταται η βατότητα της αεροφόρου οδού/και η ροή του αέρα επανέρχεται στα φυσιολογικά επίπεδα.
Η μελέτη του ύπνου με την πολυυπνογραφική εξέταση (polysomnography -PSG) είναι βασική. Με αυτήν καταγράφονται συγχρόνως και συνεχώς διάφορες φυσιολογικές λειτουργίες. Η εξέταση συμπεριλαμβάνει το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα, το ηλεκτρομυογράφημα το ηλεκτροκαρδιογράφημα την καταγραφή του αναπνεόμενου αέρα, των κινήσεων της κοιλίας του θώρακος και των άκρων, τον κορεσμό του οξυγόνου και την μικροφωνική καταγραφή του ροχαλητού. Η μελέτη του ύπνου είναι σκόπιμο να επαναληφθεί και άλλη μία νύκτα, για να προσδιορισθεί το θεραπευτικό αποτέλεσμα της εφαρμογής της ρινικής θετικής πίεσης (CPAP). Για την ανεύρεση της περιοχής της αεροφόρου οδού, η οποία αποφράσσεται, χρησιμοποιείται η ρινοενδοσκόπηση κατά τον ύπνο. Τα συμπτώματα της έντονης υπνηλίας κατά τη διάρκεια της ημέρας είναι δυνατόν να μετρηθούν αντικειμενικά με τη δοκιμασία του χρόνου, ο οποίος μεσολαβεί μέχρι την επέλευση του ύπνου (MSLT. multiple sleeplatency testing). Η εξέταση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη διάγνωση και άλλων διαταραχών του ύπνου, όπως η ναρκοληψία κ.ά.
Επιπλέον αντιμετωπίζεται η υπάρχουσα παθολογική κατάσταση (υποθυρεοειδισμός ακρομεγαλία, καρδιακή ανεπάρκεια κλπ), η οποία επιτείνει ή προκαλεί την άπνοια.
Η χορήγηση οξυγόνου κατά τη διάρκεια του ύπνου βελτιώνει την άπνοια. Η χορήγηση όμως οξυγόνου πρέπει να γίνει με προσοχή, διότι μπορεί να αυξήσει τη διάρκεια των απνοιών και να αυξήσει την κατακράτηση CO2. Η θεραπεία αυτή μπορεί να εφαρμοσθεί, εάν έχει αποδειχθεί ότι είναι ωφέλιμη με την πολυυπνογραφική εξέταση.
Συχνά προκαλεί ρινική συμφόρηση, υπερτροφία των ρινικών κογχών, ξηρά ρινίτιδα, ρινόρροια και ερεθισμό της περιοχής. Επιπροσθέτως, δεν είναι πρακτική στις περιπτώσεις, στις οποίες ο πάσχοντας είναι υποχρεωμένος να ταξιδεύει.
Υπάρχουν διάφορες συσκευές για το στόμα, όπως η του Herbs με τις οποίες μετατίθεται η γλώσσα ή η γνάθος, ανυψώνεται η μαλθακή υπερώα ή διεγείρονται οι μαλθακοί ιστοί κατά τη διάρκεια του ύπνου. Δεν υπάρχει όμως γι’ αυτές επαρκής εμπειρία.
Οι χειρουργικές επεμβάσεις πρέπει να συγκρίνονται ως προς το αποτέλεσμα με την εφαρμογή της CPAP. Οι άρρωστοι γενικώς προτιμούν τη χειρουργική επέμβαση, διότι με την ρινική CPAP οι συνθήκες της ζωής είναι δυσκολότερες και η ενδοτικότητα είναι μειωμένη.
Η συχνότερη σοβαρή μετεγχειρητική επιπλοκή είναι η απόφραξη της αεροφόρου οδού. Η καταστολή, η χορήγηση ναρκωτικών, η εφαρμογή γενικής αναισθησίας, το μετεγχειρητικό οίδημα του φάρυγγα και η απώλεια του μυϊκού τόνου, η οποία παρατηρείται κατά τον ύπνο, αυξάνουν τον κίνδυνο αποφράξεως της αεροφόρου οδού. Στους αρρώστους υψηλού κινδύνου συμπεριλαμβάνονται, χωρίς να αποκλείονται και άλλοι, οι άρρωστοι με χαμηλές αναπνευστικές εφεδρείες, οι έχοντες πλεονάζοντες φαρυγγικούς ιστούς, οι εμφανίζοντες δείκτη άπνοιας μεγαλύτερο των 70 επεισοδίων την ώρα και ελάχιστο κορεσμό οξυγόνου μικρότερο από 80% και αυτοί στους οποίους χορηγήθηκε διεγχειρητικά περισσότερο από 100μg fentanyl. Η μετεγχειρητική αντιμετώπιση μέτριας ή σοβαρής αποφρακτικής άπνοιας επιτυγχάνεται με τη χρησιμοποίηση C-PAP ή την τραχειοτομία. Για να αποφευχθεί η απόφραξη κατά την εισαγωγή της αναισθησίας, μπορεί να απαιτηθεί η διασωλήνωση να γίνει ενώ ο άρρωστος βρίσκεται σε εγρήγορση ή με τη βοήθεια ινοσκοπίου
Η συχνότερη σοβαρή μετεγχειρητική επιπλοκή είναι η απόφραξη της αεροφόρου οδού. Η καταστολή, η χορήγηση ναρκωτικών, η εφαρμογή γενικής αναισθησίας, το μετεγχειρητικό οίδημα του φάρυγγα και η απώλεια του μυϊκού τόνου, η οποία παρατηρείται κατά τον ύπνο, αυξάνουν τον κίνδυνο αποφράξεως της αεροφόρου οδού. Στους αρρώστους υψηλού κινδύνου συμπεριλαμβάνονται, χωρίς να αποκλείονται και άλλοι, οι άρρωστοι με χαμηλές αναπνευστικές εφεδρείες, οι έχοντες πλεονάζοντες φαρυγγικούς ιστούς, οι εμφανίζοντες δείκτη άπνοιας μεγαλύτερο των 70 επεισοδίων την ώρα και ελάχιστο κορεσμό οξυγόνου μικρότερο από 80% και αυτοί στους οποίους χορηγήθηκε διεγχειρητικά περισσότερο από 100μg fentanyl. Η μετεγχειρητική αντιμετώπιση μέτριας ή σοβαρής αποφρακτικής άπνοιας επιτυγχάνεται με τη χρησιμοποίηση C-PAP ή την τραχειοτομία. Για να αποφευχθεί η απόφραξη κατά την εισαγωγή της αναισθησίας, μπορεί να απαιτηθεί η διασωλήνωση να γίνει ενώ ο άρρωστος βρίσκεται σε εγρήγορση ή με τη βοήθεια ινοσκοπίου
Αμυγδαλεκτομή και αδενοειδεκτομή. Η παιδική αποφρακτική άπνοια αντιμετωπίζεται επιτυχώς με την αφαίρεση των αμυγδαλών των αδενοειδών εκβλαστήσεων (κρεατάκια). Η επιμονή της άπνοιας μετά την επέμβαση παρατηρείται συνήθως, όταν η άπνοια οφείλεται σε άλλες παθολογικές ή νευρολογικές διαταραχές. Στους ενήλικες η αμυγδαλεκτομή σπάνια είναι θεραπευτική, εκτός εάν οι αμυγδαλές είναι εξαιρετικά υπερτροφικές.
Επεμβάσεις στην ρινική κοιλότητα. Η απόφραξη της ρινικής κοιλότητας είναι, δυνατόν να αποτελεί την κυρία αιτία ή να επιδεινώνει την αποφρακτική άπνοια. Η χειρουργική διόρθωση της σκολίωσης του ρινικού διαφράγματος, της υπερτροφίας των ρινικών κογχών και των πολυπόδων εφαρμόζεται ως κυρία θεραπεία ή σε συνδυασμό με άλλες χειρουργικές επεμβάσεις στην αντιμετώπιση της αποφρακτικής άπνοιας ή χρησιμοποιείται για τη βελτίωση της ρινικής C-PAP.
Η UPPP είναι πολύ αποτελεσματική στο ροχαλητό. Περίπου 50% των πασχόντων απαλλάσσονται τελείως και 35-40% παρουσιάζουν σημαντική βελτίωση. Η υποκειμενική βελτίωση των συμπτωμάτων είναι συχνά σημαντική παρά τη συνεχιζόμενη ανεύρεση αντικειμενικώς αποφρακτικής άπνοιας. Μετά την επέμβαση συνιστάται επί μακρόν παρακολούθηση του αρρώστου, διότι η άπνοια υποτροπιάζει. Η αποτυχία της επεμβάσεως αποδίδεται σε εσφαλμένο προσδιορισμό της αποφρασσόμενης περιοχής.
Πρόσφατα, έχει προταθεί η υποβλεννογόνια εκτομή του γλωσσοϋπερώιου και του φαρυγγοϋπερώιου μυός στη μέση γραμμή (σταφυλοϋπερώια μυοτομή), με διατήρηση του βλεννογόνου. Η μέθοδος αυτή θεωρείται αποτελεσματική, λόγω της κατάργησης της σφιγκτηριακής δράσης των μυών αυτών3.
Στην αποφρακτική άπνοια, η οποία οφείλεται στην ρίζα της γλώσσας και σε σύμπτωση της αεροφόρου οδού σε πολλά επίπεδα, η CPAP, η οποία εφαρμόζεται δια μέσου ρινικής μάσκας, είναι αποτελεσματική. Στην περίπτωση αυτή οι ρινικές θαλάμες πρέπει να είναι επαρκώς ανοικτές.
Κεντρική άπνοια
Η θεραπεία της αποφρακτικής άπνοιας είναι ευνόητο, ότι δεν είναι δυνατόν να εφαρμοσθεί σε περιπτώσεις κεντρικής άπνοιας. Πολλοί δεν επιχειρούν να θεραπεύσουν την κεντρική άπνοια, εκτός εάν είναι σοβαρή. Η θεραπεία της γενικώς δεν είναι ικανοποιητική. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η χορήγηση οξυγόνου μπορεί να αποδειχθεί αποτελεσματική.


Δείτε επίσης
Χρόνια αμυγδαλίτιδα
Περιαμυγδαλικό απόστημα
Mείωση του όγκου των αμυγδαλών με την χρήση ραδιοσυχνοτήτων
Μετεγχειρητικές οδηγίες αμυγδαλεκτομής - αδενοτομής
Γιατί δεν αναπνέω από την μύτη;
Υπερτροφία και Συρρίκνωση Κάτω Ρινικών Κογχών με ραδιοσυχνότητες
Στραβό ρινικό διάφραγμα (Σκολίωση ρινικού διαφράγματος)
Κεφαλαλγία οφειλόμενη σε προβλήματα της μύτης
Σωληνίσκοι αερισμού (Σωληνάκια)
Οδηγίες για μυριγγοτομή και σωληνίσκους αερισμού
Βραχνάδα
Αποβολή Αίματος από το Στόμα
Ροχαλητό
Αποφρακτική Υπνική άπνοια
Εάν επιθυμείτε μία δωρεάν εκτίμηση της κλινικής κατάστασης του ροχαλητού και της υπνικής άπνοιας, και οδηγίες για την περαιτέρω διερεύνηση του ροχαλητού και της υπνικής άπνοιας, μπορείτε να απαντήσετε και να μας αποστείλετε την ηλεκτρονική φόρμα του ερωτηματολογίου.